Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2015

Βρεγμένη Αριστομένους

Καμιά φορά κόβεται
η ταινία
–σε ένα φιλί απάνω
σε μια μάχη–
τα παλαμάκια ανώφελα
οι φωνές
όπως μια Κυριακή
που αργούσε η μπομπίνα
απ’ τ’ άλλο σινεμά
το βήτα μέρος
γιατί είχε πέσει το παιδί
απ’ το μηχανάκι
και βγήκαμε όλοι
στη βρεγμένη Αριστομένους
με τις ομπρέλες μας
περίλυποι
μισοί
ξέροντας απ’ το διάλειμμα
το τέλος

Γιάννης Τζανετάκης
(δημοσίευση στο Ποιείν, 7/01/2015)

Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2015

Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

σε κάθε στροφή σκορπίζει τ' άρωμά του
το τριαντάφυλλο
που πιάστηκε στη ρόδα

Μαρία Λαινά
('μικτή τεχνική')

Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

Όλοι εμείς που γράφουμε στίχους...

Όλοι εμείς που γράφουμε στίχους,
όλοι εμείς το διαμπερές τραύμα της Γης,
λευκοί και μαύροι και κίτρινοι,
«ανεπτυγμένοι» και «υπανάπτυκτοι»,
πλούσιοι και φτωχοί,
που τους γράφουμε απάνω στο χιόνι,
που τους γράφουμε απάνω στην άμμο,
απάνω στον ήλιο, απάνω στη βροχή,
απάνω στο πεζοδρόμιο,
απάνω στους χαρταετούς της καρδιάς μας,
απάνω στα υπόγεια της καρδιάς μας,
στα σαλόνια και στις σοφίτες,
με πέννα και με κάρβουνο,
όλοι εμείς που γράφουμε στίχους,
που εξακολουθούμε να τους γράφουμε στον ανοιχτό πίνακα,
που εξακολουθούμε να τους γράφουμε στον υπαίθριο πίνακα,
με τις κιμωλίες μας στεγνές ή βρεγμένες,
που εξακολουθούμε να τους γράφουμε με το αίμα μας,
σε μια παντιέρα που δεν τη γνωρίσαμε ακόμα,
σε μια παντιέρα που την ψάχνουμε ψηλαφητά μες στους αιώνες,
σε μια παντιέρα που μας αποκρύβεται
για να μην τελειώσει,
που μας ξέρει και αποκρύβεται
για να μην την παρατήσουμε,
σε μια παντιέρα που δεν τη βλέπουμε
μα σφιγγόμαστε γύρω της,
που δεν τη βλέπουμε μα κρεμαζόμαστε απάνω της,
που δεν ξέρουμε αν υπάρχει μα δεν το συζητάμε.
Όλοι εμείς που γράφουμε στίχους
μπροστά στο φεγγάρι ή στο εχτελεστικό απόσπασμα
κι ανακυκλωνόμαστε και δεν εκλείπουμε
απ’ τον Όμηρο ή και πιο πριν ή και πάντα
μέχρι τον τελευταίο μας άσημο,
όλοι εμείς –τι σύμπτωση!
Χωρίς καμιά προσυνεννόηση,
χωρίς καμιά προεπαφή!
Τι παράξενη σύμπτωση, αδερφοί μου!

Κώστας Μόντης

Τετάρτη 18 Φεβρουαρίου 2015

Ανθρώπινες ηδονές

Φαίνεται πως η επιβίωσή μας δεν είν’ δική μας υπόθεση,
φαίνεται πως κάποιον άλλον πρωτίστως ενδιαφέρει,
εκείνον που τόσο προσεχτικά
φρόντισε να επικολλήσει ανταμοιβή
ακόμα και στα πιο ασήμαντα
που θα ‘πρεπε να κάνουμε για να ζήσουμε,
κάποιον που ήξερε καλά
πόση εμπιστοσύνη θα μπορούσε να μας έχει
χωρίς αυτές τις ανταμοιβές.

Κώστας Μόντης

(18 Φεβρουαρίου 1914-2004)

Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου 2015

Διάρκεια

*

Να ένα ψάρι, βουίζει στο σπάραχνό του η θάλασσα
Ένα πουλί, διασταυρώνεται στο μάτι του ο αέρας με τη
φωτιά
Εγώ είμαι από ψάρι κι από πουλί
Θέλω να με γνωρίσετε όπως ποτέ άλλοτε
Άσπρο στο κέντρο του βογγητού
Άγαλμα βαθιά στην πέτρα και τη σύμπτωση:

Ουράνια σκιά και κατρακύλισμα ψυχής στο αρνητικό της
Πραγματικότητα που ποτέ δεν είναι πραγματική
Κι ας τρέμει στο τύμπανο του αυτιού
Καθώς η ορχήστρα καθεμιάς αίσθησης τη χρυσώνει

Δεν γράφω λέξεις
Φωνάζω με μέταλλα μ' αράχνες με ομόχρονα
Από βαθιά σ' ένα χρώμα χειρονομώ
Και πλάστηκα να ερωτεύομαι τη σύμπτωση
Του να 'μαι δύο μπάλες φως περιστρεφόμενες
Αντίθετες ενός βόγγου στα μάτια μου, που εξορίζει πρώτα
εμένα
Στ' άδυτα του ίσκιου.


Δημήτρης Παπαδίτσας

Δευτέρα 9 Φεβρουαρίου 2015

ΕΝΩ, ΒΛΕΠΕΙΣ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΠΕΤΡΕΣ μέσα σε τούτη τη γυμνή πυραχτωμένη έρημο; Κάνετες ψωμιά κι η ανθρωπότητα θα τρέξει πίσω Σου σαν κοπάδι, γεμάτη ευγνωμοσύνη κι υπακοή, αν και πάντα θα τρέμει από φόβο πως θα μπορούσες ν’ αποτραβήξεις το χέρι Σου και να πάψεις να τους δίνεις τα ψωμιά Σου. Μα Συ δε θέλησες να στερήσεις απ’ τον άνθρωπο την ελευθερία κι απόρριψες την προσφορά γιατί σκέφτηκες: Τι ελευθερία θάναι αυτή όταν η υπακοή θα εξαγοραστεί με ψωμιά;


ΤΟ ΗΞΕΡΕΣ, ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΣΕΣ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟ ΞΕΡΕΙΣ ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΑΣΙΚΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΦΥΣΗΣ, μα αρνήθηκες τη μοναδική αλάνθαστη σημαία που Σου προτάθηκε για να εξαναγκάσεις όλους να Σε προσκυνήσουν ασυζητητεί -τη σημαία του επίγειου άρτου. Και την αρνήθηκες εν ονόματι της ελευθερίας και του επουράνιου άρτου. Κοίτα λοιπόν τι έκανες ακόμα. Κι όλα αυτά πάλι εν ονόματι της ελευθερίας! Σου λέω πως η πιο βασανιστική φροντίδα για τον άνθρωπο είναι τούτη: Ζητάει να βρει όσο μπορεί γρηγορότερα κάποιον που να μπορεί να του παραδώσει εκείνο το δώρο της ελευθερίας που μ’ αυτό γεννιέται ο δύστυχος. 


ΑΝΤΙ ΝΑ ΚΥΡΙΕΨΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ, εσύ τους την έκανες ακόμα μεγαλύτερη. Ή μήπως ξέχασες πως ο άνθρωπος προτιμάει την ησυχία, ακόμα και το θάνατο, παρά την ελεύθερη εκλογή εν γνώσει του καλού και του κακού; Δεν υπάρχει τίποτα πιο ελκυστικό για τον άνθρωπο απ’ την ελευθερία της συνείδησής του, μα δεν υπάρχει και τίποτα πιο βασανιστικό. 

Αποσπάσματα της συνομιλίας του ιεροεξεταστή και του Χριστού, από το έργο του Φιόντορ Ντοσκογιέφσκι, Αδελφοί Καραμαζώφ , τόμος Β', μετάφραση Άρης Αλεξάνδρου, εκδ. Γκοβόστη. 

[Πηγή: www.doctv.gr]

Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2015

[Χθες βρέθηκα στην παρουσίαση μίας πολύ σημαντικής ποιήτριας, της Δήμητρας Χ. Χριστοδούλου για το βιβλίο της 'Το ελάχιστο ψωμί της συνείδησης'. Η Δ.Χ. είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση που δεν συγκαταλέγεται σε καμία γενιά. Χωρίς να φωνάζει, έχει δυνατή φωνή, και μάλιστα παροντική· μιλάει για όλες τις ηλικίες της εποχής αυτής και δίνει στην εποχή την ίδια την αξία που της αναλογεί. 
Η ποίησή της παίζει ρόλο υποβολέα. Δεν είναι το λουλούδι που πρωταγωνιστεί, αλλά ο τροφοδότης σπόρος, που ο καθένας θέλει στον κήπο του.

Και κάτι ακόμα: μου κάνει εντύπωση, έχει την ίδια φωνή στην απαγγελία, στο γραπτό και στην ζωή. Αυτό είναι νομίζω μία ένδειξη αυθεντικής ψυχής.]


Αυτοκρατορίες

Αν μου δοθεί ο πρώτος στίχος,
Η κυρία η ηλικιωμένη στον δεύτερο
Θα ξαναγίνει η μητέρα μου.
Ουδέποτε γνωστή κι όμως τι θλίψη
Αυτά τα βαριά της γεράματα...

Κάποτε προσηνής και σβέλτη
Μπαινόβγαινε σε αλλεπάλληλα οχτάωρα
Υπακοή, παραγωγή, αποταμίευση
Κι ένα μαύρο κουρτινάκι ανάμεσα
Σε πρώτη και δεύτερη κόρη.

Τώρα απλωμένη σε στρωσίδια δύσκαμπτα
Θερμαίνει με μια σόμπα χαλαζία
Ένα άδικα μεγάλο δωμάτιο.
Υπολογίζοντας με γουλιές αναπνοής
Πόσα μερόνυχτα υγείας
Εξασφαλίζει με αβέβαιη σύνταξη.

Κι ενώ η αρρώστια προχωρεί κατά το νόμο,
Ανάμεσα από τις θορυβημένες θυγατέρες
Παράνομα τρυπώνει η απλή φροντίδα
Ενός μεσημεριού με χρυσόσκονη.
Πλούσια πασπαλίζει το πάπλωμα
Σαν να είναι η πρησμένη γερόντισσα
Μια Αικατερίνη της μακράς δυναστείας
Που έφερε ένα έθνος ως τη θάλασα,
Προτού φέρει με οικονομία το γιατρό.

Δ.Χ.

Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

Αν τα μαλλιά δεν παίρναν
δύναμη
απ' το κορμία μας μα του' 
διναν
Θα ΄τανε ρίζες
κι εμείς θα 'μασταν
Δέντρα αντεστραμμένα
Θα 'μασταν κάτι

Αργύρης Χιόνης