[Για την Περσεφόνη,
επηρεασμένο απ' τα γεγονότα, την διατριβή και διάφορα άλλα.
Υπό δημοσίευση.]
θυμάμαι ακόμα την εικόνα της κόρης όταν τελικά έφυγε μέσα στο ξύλινο κουτί
(‘Αγέλαστος Πέτρα’, Φ. Κουτσαφτής)
Ο λόγος γίνεται για την Περσεφόνη που ξεπηδάει απ’ το ακέφαλο άγαλμα του Βρετανικού μουσείου, για να βρεθεί στην είσοδο ενός ταφικού μνημείου, δίνοντας αυτό που έλειπε στο κρυφό μας μάτι. Το πρόσωπο και τους βοστρύχους της απώλειας.
Στο ψηφιδωτό η Περσεφόνη βάφεται κόκκινη, και αυτό το αίμα δεν είναι αίμα θανάτου, αλλά μια περίεργη λάμψη που αφήνει αυτός που φεύγει στην χωμάτινη καρδιά μας. Η χθόνια θεά ‘φέρει φόνον’, δένοντας σφιχτά μ' ένα κυκλικό σύρμα τη ζωή, χωρίς εκείνη να μπορεί να ανασάνει εγκολπωμένη.
Η Κόρη ζει ανάμεσα στην γονιμότητα της μητέρας και στην αρπαγή απ’ τα χέρια του θανάτου. Ο Άδης, ‘το αιδές’, το κρυφό, συγκροτεί μια συστάδα τάφων. Είναι αυτό το κρύο αλλά οικείο σημείο που αυτός που φεύγει εισάγεται, αποκτώντας μια νέα πνοή, την πνοή του πνεύματος. Αυτός ο τόπος μαζεύει μέσα του τα πτώματα που αποσυντίθεται απ’ τη Δημήτρια παραγωγή. Καταδικασμένη στην αιώνια λήθη, η Περσεφόνη γίνεται το λευκό σήμα αυτού που έχει χαθεί και έχει πλαισιώσει με το θετικό του κενό τον εσωτερικό τόπο.
Η παρουσία της στον Άδη μετατρέπει την πτωμαΐνη σε χώμα γόνιμο και μεταλλάσσει τα συστατικά του υπεδάφους σε ζωογόνους σπόρους. Ακολουθεί τον νεκροπομπό, με το ένα της χέρι απλώνει προς την γη της ζωής, με το άλλο της χέρι αγκαλιάζει τον θάνατο. Το βλέμμα της όμως κινείται προς την επάνω οδό, εκείνη που με αυτό το άρμα αφήνει για να ξαναβρεί με την επάνοδό της την άνοιξη.
Τα μάτια της Περσεφόνης είναι ορθάνοιχτα. Ορθάνοιχτα κι ευάλωτα. Το σιωπηλό της άλγος, η μεταθανάτια αυτή μαγεία απ’ τα ποτάμια της Αττικής, τις ζωφόρους της Ελευσίνας, την παρηκμασμένη πόλη, το χριστιανικό εκκλησάκι στο ύψος του αρχαίου χώρου, την έχουν ήδη αφοπλίσει.
Η απώλεια της Περσεφόνης δεν κούρασε κανένα. Αντίθετα λειτούργησε ευεργετικά. Θυσιασμένη στην αιώνια κυκλικότητα, έδωσε σε αυτούς που την έχασαν ένα παντοδύναμο θράσος, μια παράλογη απαίτηση για ζωή, ώστε κάτι να χτιστεί, μεταφρασμένο, πέρα απ’ την καταστροφή.
Η Περσεφόνη θα μπορούσε να είναι ένα πετούμενο, μία κινητήριος ορμή ή η ψυχή που ενσαρκώνεται στην μορφή της πεταλούδας και ντύνει με την σιωπηλή παρουσία της τις ημέρες. Θα μπορούσε να είναι μια μηχανή εν κινήσει, το ιμάτιο που θα φορεθεί απ’ τους επόμενους, ή ακόμα, το μοτεράκι που συγκρατεί τις αρτηρίες μας απ’ την έκρηξη.
Η Περσεφόνη είναι μία βιοτική ουσία που αποδεικνύει ότι η ψυχή δεν σπαταλιέται σε υλικά σώματα, αλλά ζει μέσα απ’ τις διαφορετικές μορφές της. Συντάσσει το νερό της μνήμης, που σε μια πορεία ανακύκλωσης, αναλώνεται μέχρι να στάξει στην επόμενη φύτρα την ζωογόνο δύναμη. Είναι αυτή η Κόρη που σιωπηλή κοσμεί το άρμα με το εκφραστικό της βλέμμα και δίνει στους θεατές την πίστη ότι ο θάνατος δεν συνέβη ποτέ, γιατί εκείνος που έφυγε στέκει σαν λευκή πεταλούδα μέσα στο υψηλό βλέμμα που μας ξεφεύγει.