Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014





Το θηρίο, με την ανάσα του Goya,
αναπτύσσεται κυρίως τη νύχτα.
Όπως όλα τα άδηλα νεύματα,
όπως οι απροσδιόριστοι φόβοι,
όπως οι απροσδιόριστοι φόβοι.

Εγεννήθη την εποχή που οι φτέρες
αποκτήσαν τη βασιλεία του κόσμου.
Κι έφτασε ακμαίο στις μέρες μας,
σαν υπόνοια και σαν οφθαλμαπάτη,
σαν υπόνοια και σαν οφθαλμαπάτη.

Αρχές Αυγούστου του 2000 και κάτι,
την αλυσίδα του είδα, σπασμένη.
Να χτυπιέται σα φίδι φαρμακερό,
στην κεραία απάνω στον αφέντη,
στην κεραία απάνω στον αφέντη.

Ίσως κι άλλοι τυχεροί σαν κι εμένα,
ψηλαφίσαν την καρδιά του θηρίου.
Και γνωρίζουν τον τρόπο που γεύεται
την αβάσταχτη χαρά του να υπάρχεις,
την αβάσταχτη χαρά του να υπάρχεις.

Το σαλόμ συχνά κρατιέται απ' τα δέντρα,
και χορεύει στο ρυθμό του αέρα.
Στα λιθάρια ξύνει την πλάτη του,
και αγνοεί, ή αγαπά τους ανθρώπους,
και αγνοεί, ή αγαπά τους ανθρώπους.

Κι αφού μ' αρέσει να ονομάζω τα είδη,
θηρίο του καλοκαιριού το λέω.
Γιατί εξαντλεί τα αγιοκλίματα,
και τα ασβεστώματα σαν τίντα κιτρινίζει,
και τα ασβεστώματα σαν τίντα κιτρινίζει.

Το θηρίο με την ανάσα του Goya,
μια ανάσα να την πιείς στο ποτήρι.
Σαν αψέντι ζυμωμένο στο έρεβος,
μας παραλύει με μεγάλη ευκολία,
μας παραλύει με μεγάλη ευκολία.

Όλους εμάς τους ετοιμόρροπους τύπους,
που απ' τα αδιόρατα σκιρτήματά μας,
οι γητευτές παράγουν γλωσσίδια,
ονομαστά για τις καμπάνες του πόθου,
ονομαστά για τις καμπάνες του πόθου.


[Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου μαζί με τους λύκους του αναλυόμενου του Freud. Τους λύκους- θηρία.]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου