Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Θεσσαλονίκη, Μάης του '36. Ο φωτογραφικός φακός της εποχής αποτύπωσε μια μάνα να μοιρολογεί στη μέση του δρόμου, πάνω απ' τον νεκρό γιο της. Ο Γ. Ρίτσος ύστερα γράφει τον Επιτάφιο. 

Μέρα Μαγιού μου μίσεψες
μέρα Μαγιού σε χάνω
άνοιξη γιε που αγάπαγες
κι ανέβαινες επάνω

Στο λιακωτό και κοίταζες
και δίχως να χορταίνεις
άρμεγες με τα μάτια σου 
το φως της οικουμένης

Και μου ιστορούσες με φωνή
γλυκιά ζεστή κι αντρίκεια
τόσα όσα μήτε του γιαλού
δεν φτάνουν τα χαλίκια

Και μου 'λεγες πως όλ' αυτά
τα ωραία θα είν' δικά μας
και τώρα εσβήστης κι έσβησε 
το φέγγος κι η φωτιά μας

Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

''Είμαι Κωνσταντινουπολίτης την καταγωγήν, αλλά εγεννήθηκα στην Αλεξάνδρεια- σ' ένα σπίτι της οδού Σερίφ- μικρός πολύ έφυγα, και αρκετό μέρος της παιδικής μου ηλικίας το πέρασα στην Αγγλία. Κατόπιν επισκέφθην την χώραν αυτήν μεγάλος, αλλά για μικρόν χρονικόν διάστημα. Διέμεινα και στη Γαλλία. Στην εφηβικήν μου ηλικίαν κατοίκησα υπέρ τα δύο έτη στην Κωνσταντινούπολη. Στην Ελλάδα είναι πολλά χρόνια που δεν επήγα. Η τελευταία μου εργασία ήταν υπαλλήλου εις ένα κυβερνητικόν γραφείον εξαρτώμενον από το υπουργείον των Δημοσίων Έργων της Αιγύπτου. Ξέρω Αγγλικά, Γαλλικά και ολίγα Ιταλικά.''

αυτοβιογραφικό και χωρογραφικό σημείωμα του ΚΠ Καβάφη 

Κυριακή 28 Απριλίου 2013

Κυριακή των Βαΐων και η άνοιξη δεν είναι μια αθώα, λευκή άνοιξη:

Την άνοιξη δεν την βρήκα τόσο στους αγρούς, ή, έστω,
σ' έναν Μποτιτσέλλι όσο σε μια μικρή Βαϊφόρο κόκκινη.
Έτσι μια μέρα,
τη θάλασσα την ένιωσα κοιτάζοντας μια κεφαλή Διός.
Όταν ανακαλύψουμε τις μυστικές σχέσεις των εννοιών και
τις περπατήσουμε σε βάθος θα βγούμε σ' ένα άλλου είδους 
ξέφωτο που είναι η Ποίηση. Και η Ποίηση πάντοτε είναι μία
όπως ένας είναι και ο ουρανός.
Το ζήτημα είναι από πού βλέπει κανείς τον ουρανό.
Εγώ τον είχα δει από καταμεσίς της θάλασσας.

Ο μικρός ναυτίλος, Ο. Ελύτης

Σάββατο 27 Απριλίου 2013

For the unending conflicts among the inner selves: 

I grow old ... I grow old ...
I shall wear the bottoms of my trousers rolled.

Shall I part my hair behind? Do I dare to eat a peach?
I shall wear white flannel trousers, and walk upon the beach.
I have heard the mermaids singing, each to each.

I do not think that they will sing to me.

I have seen them riding seaward on the waves
Combining the white hair of the waves blown back
When the wind blows the water white and black.

We have lingered in the chambers of the sea
By sea-girls wreathed with seaweed red and brown
Till human voices wake us, and we drown. 

From The love song of J. Alfred Prufrock, TS Elliot

Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα
που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι 
να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τόχει 
έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα

πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του.
Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Αν ρωτιούνταν πάλι,
όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει 
εκείνο τ' όχι -το σωστό- εις όλην την ζωή του.

Che fece... il gran rifiuto, Κ. Καβάφης 

Τρίτη 23 Απριλίου 2013

νοσταλγικά η λύπη:

Στην πέτρα της υπομονής
κάθισες προς το βράδυ
με του ματιού σου το μαυράδι
δείχνοντας πως πονείς

κι είχες στα χείλια τη γραμμή
που είναι γυμνή και τρέμει
σαν η ψυχή γίνεται ανέμη
και δέουνται οι λυγμοί

κι είχες στο νου σου το σκοπό
που ξεκινά το δάκρυ
κι ήσουν κορμί που από την άκρη
γυρίζει στον καρπό

μα της καρδιάς σου ο σπαραγμός
δεν βόγκηξε και εγίνη
το νόημα που στον κόσμο δίνει
έναστρος ουρανός

Η λυπημένη, Γ. Σεφέρης

Σάββατο 20 Απριλίου 2013

Εις μνήμη:

Συνέβη χωρίς ποτέ να καταλάβω πώς - η μητέρα είχε πονοκέφαλο,
..... θυμάμαι, και μ' έστειλαν στο φαρμακείο,
στο γυρισμό, είναι η αλήθεια, χάζεψα λίγο, κορόιδεψα ένα γέρο
..... τρόμαξα με μια πέτρα δύο πουλιά
κι ώσπου να στρίψω πάλι το δρόμο
ούτε σπίτι, ούτε νεότητα πια.

Τ. Λειβαδίτης, Επιστροφή απ' το φαρμακείο

Πέμπτη 18 Απριλίου 2013

Μόνο ένα σύντομο σχόλιο: μία πολιτεία ταγμένη στη βιαιότητα και στην οργή προφανώς πάσχει. Δεν θα μιλήσω ούτε για έλλειψη αξιών, ούτε για πολιτική διαφθορά. Γι’ αυτό που θα μιλήσω είναι ταυτότητα. Εκείνος που κατηγορεί τον αλλόθρησκο, αλλοδαπό, αλλοϊδεάτη, ανυπόμονα ψάχνει κάποιον άλλο (διαφορετικό) για να ορίσει αυτό που είναι. Με άλλα λόγια ορίζει την ταυτότητά του μέσα από τη σύγκριση. Είναι σαν να λες, όχι τι είσαι, αλλά τι δεν είσαι. Νομίζω πως η αδυναμία να ορίσει κανείς τον εαυτό του μέσα σε ένα σύνολο πραγμάτων –το δεν είμαι μετανάστης– δεν δείχνει μόνο την αδυναμία του να επιλέξει, αλλά και το εμφανές ενδιαφέρον του να ορίζει το μισητό αντικείμενο. (Και το μίσος για κάποιον δεν θα μπορούσε να μεταφραστεί σε ενδιαφέρον; Γιατί μισείς αυτόν και όχι τον άλλο;). Βέβαια, υπάρχει μια αίσθηση ταυτότητας στον εθνικισμό: εκείνη του να είναι κανείς Έλληνας, να ταυτίζεται με την αρχαία παντοδυναμία, τον ιδανικό εαυτό, αυτό που θα ήθελαν οι πρόγονοί για εκείνον πριν ακόμα γεννηθεί. Μία ψευδής αίσθηση ταυτότητας, λοιπόν. Έτσι, ο εθνικισμός παραπέμπει σε μια δυσκολία να δει κανείς αυτό που είναι πραγματικά, δηλαδή ένας λαός που τρέμει στην εγκατάλειψη, και αντί να απευθυνθεί σε αυτόν που τον εγκαταλείπει, αυτοάνοσα καταστρέφει την οργανική του ύλη, κάνει επίδειξη δύναμης στον αδύναμο -εκεί έτσι κι αλλιώς θα βγει νικητής. Και φυσικά είναι πολύ δύσκολο ένας λαός που ατροφεί να παραδεχτεί ότι είναι εγκαταλειμμένος, ότι η πατρίδα-τροφός του τον έχει λησμονήσει και ότι βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού. Εξάλλου το χείλος του γκρεμού παρέχει την καλύτερη θέα. Μιλούμε για την ομορφιά, την φαντασία, εκείνη που ορίζει την αισθητική, την χρυσή πόλη. Κι όμως αυτήν τη θέα ούτε να την πατήσεις μπορείς, ούτε να την αγγίξεις. Αν το κάνεις, αυτόματα έχεις βρεθεί στο κενό. 
Ο εθνικισμός λοιπόν παρέχει μια όμορφη θέα, ένα αντικαταθλιπτικό, όπως υποστηρίζει η Kristeva, το χάπι για μια πολύ πιο αρχαία- σχεδόν άγνωστη- νοσταλγία, ή αλλιώς ένα ναρκωτικό, μία δηλητηριασμένη μητρική τροφή, μία άγρια φράουλα. 
Τρεις μορφές αγριότητας:

 Ονειρεύτηκα πολλές φορές ότι είμαι κύμα
 η ομορφιά μου ήταν θάλασσα
 η αθανασία μου παραλία
 και η παγίδα μου ένα παιδί
 που έχτιζε το κάστρο του στην άμμο

Εισβάλλω στο όνειρο, Ανέστης Μελιδώνης


Και αυτοί που σε έκαναν
    Να πιστέψεις
                         Πως αγαπούν
    Αληθινά

    Στέκονται εκεί
    Με μάτια ανοιχτά
    Μαύροι αετοφόροι
    Και κοιτούν το
    Λυπημένο στρογγυλό κεφάλι σου
    Κρατώντας την αναπνοή τους. 

Ηλίας Σεφερλής


Επίμονοι γονείς
Ψάχνουν χρόνια το παιδί
Που οι άλλοι θεωρούν
Χαμένο.

Ποιητές, Λένα Καλλέργη


Τετάρτη 17 Απριλίου 2013


Το ηλεκτρονικό περιοδικό (.poema..) σήμερα γιορτάζει τα 7 του χρόνια και καταφέρνει να κρατάει αμείωτη την αγάπη για την ποίηση, εισπνέοντας γι' αυτούς που κρύβονται πίσω απ' τις οθόνες και εκπνέοντας γι' αυτούς που ξεπερνούν τη μνήμη. 
Καλή συνέχεια λοιπόν!

Ιδού το τελευταίο τεύχος http://www.poema.gr/


περπατώ στο μουσικό εμβατήριο του χρόνου: 

Νιώθω το σώμα μου σαν μια βάση που πάνω της είναι περασμένες χορδές. Τα νεύρα μου και τα κόκαλά μου είναι χορδές. Αισθάνομαι σάμπως να περνούν από πάνω τους δάχτυλα της αιωνιότητας. Περπατώ και νομίζω πως ακούγομαι.

25.5.1962, Ν. Βρεττάκος 

Τρίτη 16 Απριλίου 2013


ποίηση ρέουσα και καθοδόν πεζή:

Και ανάμεσα εις τα φύκη και τα ξύλα και τα όστρακα, ράκη από δίκτυα και φελλοί, και σκασμένα στίλβοντα, ως απολιθωμένα, μικρά ψαράκια. Και ανάμεσα εις όλ' αυτά, τόπια και πανάκια λευκά, πεταμένα, και μάγια... 
Ανέλαβα εν εξ αυτών- και μετέπειτα ένιψα επτάκις την χείρα εις το κύμα- και το έσχισα, να ιδώ τι είχε μέσα. Ήτον είδος τόπι, σφαίρα από ύφασμα πυκνόν και σφιχτόν. Περιείχε πανί και κλωστήν, και πάλιν πανί και παραμέσα πάλιν άλλο πανί και κλωστήν- όμοια με τα κυτία εκείνα τα οποία παρουσιάζει εις τους χάσκοντας θεατάς ο θαυματοποιός, κυτία μικρά, και κυτία μκρότερα αλλεπάλληλα επ' άπειρον. Τι είδους φίλτρα να εσήμαινεν άρα τούτο;
Ίσως τα φυλλοκάρδια, τα μύχια του εραστού, εννόει να τα δέση η κόρη, ως με πανί και κλωστήν, με μόνον τ' όνομα και την ενθύμησίν της επ' άπειρον. Και η κόρη, ήτις εκατώκει βέβαια εις το ύψος του βράχου εκείνου προς ανατολάς, εις την εσχατιάν της πολίχνης, είχε ρίψει το περίαπτον εις την θάλασσαν δια να την μαγεύση- ή μάλλον με την εντολήν όπως το μεταβιβάση αυτή εις τον νέον των ονείρων της, θαλασσινόν, αρμενίζοντα εις τα πικρά κύματα. Και η θάλασσα, άτρωτος εις τα μάγια και μη θέλουσα να επαγγέλλεται την προμνήστριαν, το εξέρασε μαζί με τόσα άλλα περιττά πράγματα, και το παρέπεμψεν εις την χονδρήν άμμον.  

Φλώρα ή Λαύρα, Α. Παπαδιαμάντης
Να' χεις ή οχι γράψει ποιήματα δεν έχει τόσο σημασία, όσο να' χεις υποφέρει, παθιαστεί, σκιρτήσει γι' αυτά που, έτσι κι αλλιώς οδηγούν στην Ποίηση. Ο αέρας της ζωής σε χτυπά πριν από το υλικό της σώμα, όπως το άρωμα μιας γυναίκας πριν από την πραγματική παρουσία της. Απομένει η αγκαλιά, ο έρωτας. 

Ανοιχτά χαρτιά, Ο. Ελύτης