Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

Η απλότητα του τρόμου ίσως περιγράφει καλύτερα από τις κοινωνικοπολιτικές αναλύσεις την σημερινή κατάσταση. Κι ο τρόμος νομίζω υποκινεί τις πιο αντιφατικές με αυτόν αντιδράσεις, γιατί ακριβώς δεν σε πεθαίνει:

Είναι απλό: Δεν σε πεθαίνει ο τρόμος.
Ο τρόμος μόνο σε ξεγεννάει. 
Βγάζει το φίδι απ' την κοιλιά σου.
Ο μαιευτήρας σού χαμογελά,
Που ζεις μια τέτοια αιθέρια νύχτα
Είναι απλό: Ο τρόμος δεν σε ταπεινώνει.
Σε αίρει στο ύψος των περιστάσεων.
Απλώς πατάς πάνω στον εαυτό σου.
Ο τρόμος δεν επείγεται. Σε περιμένει. 
Μπορείς, σκεπτόμενος, να διαφύγεις.
Απλώς δεν μπορείς να σκεφτείς.
Στον τρόμο ένα κι ένα κάνουν δύο.
Απλώς δεν βρίσκεις το πρώτο και το δεύτερο:
Τη στιγμή αυτή ο ένας σε ψάχνει
Κι ο δεύτερος του φανερώνει τη θέση σου. 
Ο τρόμος προνοεί. Είναι ψύχραιμος.
Εξάλλου ξέρετε κι οι δυο τι θ' αξιώσει.
Πίνει ακόμη μια γουλιά απ' τον καφέ του
Κι απλώς σηκώνει τα μάτια του πάνω σου.
Είναι απλό: Η φωνή του αέρα,
Οι ψίθυροι οι σοφοί των ερειπίων,
Το κουρέλι από την υγρασία που απομένει 
Σε κάποια σκιερή γωνιά του πυρετού,
Όλα γλιστράνε μέσα στο φρεάτιο.
Ο ήλιος βάζει το δάχτυλό του στο τζάμι
Και κάνεις τη βουτιά. Αυτό ήταν. Θα δεις τώρα
Σε όλη την απλότητά του τον τρόμο.

Η απλότητα του τρόμου, της Δήμητρας Χριστοδούλου

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

Άνοιξε την ομπρέλα, βιαστικά.
Δεν έβρεχε.
Κάποιοι τον είπαν τρελό,
άλλοι προσπέρασαν απλά,
άλλοι τον κοίταξαν έντονα.
Κανείς δεν φαίνεται πως ένιωσε
τον κατακλυσμό που πνίγει
την καρδιά του.

Η ομπρέλα, του Θ. Παπαδόπουλου  
Μες στο σταματημένο αυτοκίνητο της έσφιγγε ώρες τα χέρια.

Εμένα θα μου άρεσε με μια μουσική υπόκρουση, 
είπες, όπου θα καθόριζες εσύ τα κενά της σιωπής.

Μ. Αναγνωστάκη, Υ.Γ.

Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2013

από την Μεγάλη Χίμαιρα:

Κάτω οι ναύτες πλένουν το κατάστρωμα. Είναι σχεδόν γυμνοί. Στο κεφάλι φοράν κάσκες φτηνές, αγορασμένες στα λιμάνια των Ινδιών. Δουλεύουν τις βούρτσες και τη μάνικα δίχως κέφι, χωρίς νεύρο, με κινήσεις βαριεστημένες. Είναι κουρασμένοι. Στο καμπούνι της πλώρης, όπου βρίσκονται τα κρεβάτια τους, βασιλεύει ζέστα φούρνου νύχτα-μέρα. Πέφτουν ολόγυμνοι να κοιμηθούν, κι ο ίδρως τους ποτίζει τα στρωσίδια, το σανίδι, κι αυτό ακόμα το σίδερο. Αδύνατο να κλείσουν μάτι. Αν πάλι θελήσουν να ξαπλώσουν στο κατάστρωμα, τότε θα ψηθούν απ' τη λαμαρίνα, που τη νύχτα αναδίνη όλη την κάψα του ήλιου της ημέρας. Κι ύστερα η βροχή. Ένα χλιαρό νερό τρέχει ολοένα μέσα στον ασάλευτο αέρα, τον κορεσμένο στους πνιχτικά θερμούς.

Μ. Καραγάτσης

Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2013

για την συναυλία του Θανάση Παπακωνσταντίνου στο Θέατρο Βράχων (Παρασκευή 13/9):

O San Michele είχε ένα κοράκι άσπρο, κόκκινο, πράσινο και κίτρινο, και για να το εξημερώσει του έδινε γάλα και μέλι. Και μετά σκαρφάλωσε στου αναστεναγμού τη ράχη, δοκίμασε νερό απ' τα πηγάδια των πιο ενστικτωδών ονείρων, χόρεψε με τα έρημα παιδιά και στο πάλκο σαν παιδί κι αυτός πότισε τα άδροσα χείλη μας και καήκαμε από ξημέρωμα. Είπε τις ιστορίες του απ' την αρχή ως το τέλος, και με διονυσιακό ρίγος μαλάκωσε τις επιφάνειες των ανέμων. Βλέποντας στο αμμόχωμα οάσεις, ξέσφιξε τα μάτια μου, με την γαλανή του αγκαλιά με φρόντισε, και στους κόπους της χαραυγής, φώναξε τον ήλιο αγύρτη. Στους πολιτικά άκαιρους καιρούς, μας ανακούφισε με τον κυματισμό του, κυρτώσαμε με τα ρέλια και πιο πωρωμένοι από ποτέ, ανεξαρτήτως πεποίθησης και ηλικίας, συναντήσαμε τις νότες της πιο βιωματικής και πολιτικής ποίησης. Εκείνης που στα βράχια της ελληνικής μυθολογίας, ξεβράζει τον άνθρωπο και την κοινωνία.

http://www.youtube.com/watch?v=DFZ7OAMepHU

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Ήξερε πως δεν είχε πεθάνει αλλά δεν επρόκειτο ποτέ να την ξαναδεί.

Πλήθος περιφερόταν χρόνια μέσα στο σπίτι του αλλά κανείς ποτέ δεν μπήκε στο μικρό καμαράκι κάτω από τη σκάλα.

Τη ζωή που στερήθηκαν.

Στην εβραίικη γειτονιά τα παιδιά δεν τον παίζανε γιατί δεν ήταν εβραίος.

Την αγάπησε γιατί έπρεπε κάποτε ν' αγαπήσει.

Από το ΥΓ. του Μανώλη Αναγνωστάκη

Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2013

της Λένας που γιορτάζει σήμερα:

Μετά θα γίνω άμμος.

Κόκαλα άσπρα κελύφη
Δόντια μαργαριτάρια.

Θα βάψει το αίμα μου κοράλλια
Ψάρια τα σπλάχνα μου θα ταΐσουν.

Και τα μαλλιά θα κολυμπούν με φύκια
Και των ματιών μου η λάμψη στα ρηχά θα παίζει.

Κι όλο το δέρμα μου άμμος
Ζεστή, απαλή στα πόδια των παιδιών.

Χάδι δροσιάς τη νύχτα στων εραστών τις πλάτες
Υγρή αγκαλιά των κοχυλιών, αστρόσκονη.

Και πρώτη ύλη παλατιών που ο άνεμος γκρεμίζει.

Μετά, Λένας Καλλέργη από τη συλλογή 'Κήποι στην άμμο'. 

Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2013

Την κάμαρην αυτή, πόσο καλά την ξέρω.
Τώρα νοικιάζονται κι αυτή κ' η πλαγινή
για εμπορικά γραφεία. Όλο το σπίτι έγινε
γραφεία μεσιτών, κ' εμπόρων, κ' Εταιρείες.

Α η κάμαρη αυτή, τί γνώριμη που είναι.

Κοντά στην πόρτα εδώ ήταν ο καναπές,
κ' εμπρός του ένα τούρκικο χαλί˙
σιμά το ράφι με δυο βάζα κίτρινα.
Δεξιά˙ όχι, αντίκρυ, ένα ντολάπι με καθρέπτη.
Στη μέση το τραπέζι όπου έγραφε˙
κ' οι τρεις μεγάλες ψάθινες καρέγλες.
Πλάι στο παράθυρο ήταν το κρεββάτι
που αγαπηθήκαμε τόσες φορές.

Θα βρίσκονται ακόμη τα καημένα πουθενά.

Πλάι στο παράθυρο ήταν το κρεββάτι˙
ο ήλιος του απογεύματος τόφθανε ως τα μισά.

... Απόγευμα η ώρα τέσσερες, είχαμε χωρισθή
για μια εβδομάδα μόνο... Αλίμονον,
η εβδομάς εκείνη έγινε παντοτινή.

Ο ήλιος του απογεύματος, ΚΠ Καβάφη

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013

Το πέρασμα ι΄της ίδιας συλλογής:

Όπως και να' χει
πρόσεξε σε ποιο χώμα θα σκορπίσεις.
Είναι παντού σπαρμένες μαργαρίτες, πάει να πει
πως φτάνει η ώρα
                                                                                         να θερίσουμε τον ήλιο