από την Μεγάλη Χίμαιρα:
Κάτω οι ναύτες πλένουν το κατάστρωμα. Είναι σχεδόν γυμνοί. Στο κεφάλι φοράν κάσκες φτηνές, αγορασμένες στα λιμάνια των Ινδιών. Δουλεύουν τις βούρτσες και τη μάνικα δίχως κέφι, χωρίς νεύρο, με κινήσεις βαριεστημένες. Είναι κουρασμένοι. Στο καμπούνι της πλώρης, όπου βρίσκονται τα κρεβάτια τους, βασιλεύει ζέστα φούρνου νύχτα-μέρα. Πέφτουν ολόγυμνοι να κοιμηθούν, κι ο ίδρως τους ποτίζει τα στρωσίδια, το σανίδι, κι αυτό ακόμα το σίδερο. Αδύνατο να κλείσουν μάτι. Αν πάλι θελήσουν να ξαπλώσουν στο κατάστρωμα, τότε θα ψηθούν απ' τη λαμαρίνα, που τη νύχτα αναδίνη όλη την κάψα του ήλιου της ημέρας. Κι ύστερα η βροχή. Ένα χλιαρό νερό τρέχει ολοένα μέσα στον ασάλευτο αέρα, τον κορεσμένο στους πνιχτικά θερμούς.
Μ. Καραγάτσης
Κάτω οι ναύτες πλένουν το κατάστρωμα. Είναι σχεδόν γυμνοί. Στο κεφάλι φοράν κάσκες φτηνές, αγορασμένες στα λιμάνια των Ινδιών. Δουλεύουν τις βούρτσες και τη μάνικα δίχως κέφι, χωρίς νεύρο, με κινήσεις βαριεστημένες. Είναι κουρασμένοι. Στο καμπούνι της πλώρης, όπου βρίσκονται τα κρεβάτια τους, βασιλεύει ζέστα φούρνου νύχτα-μέρα. Πέφτουν ολόγυμνοι να κοιμηθούν, κι ο ίδρως τους ποτίζει τα στρωσίδια, το σανίδι, κι αυτό ακόμα το σίδερο. Αδύνατο να κλείσουν μάτι. Αν πάλι θελήσουν να ξαπλώσουν στο κατάστρωμα, τότε θα ψηθούν απ' τη λαμαρίνα, που τη νύχτα αναδίνη όλη την κάψα του ήλιου της ημέρας. Κι ύστερα η βροχή. Ένα χλιαρό νερό τρέχει ολοένα μέσα στον ασάλευτο αέρα, τον κορεσμένο στους πνιχτικά θερμούς.
Μ. Καραγάτσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου